- χωρεπίσκοπος
- οεπίσκοπος που δεν έχει δική του επισκοπή, αλλά κάνει τα καθήκοντά του σ' άλλη, τιτουλάριος.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
χωρεπίσκοπος — country bishop masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπίσκοπος — ο, ΝΑ, και χωροεπίσκοπος Ν εκκλ. κληρικός ο οποίος ασκεί επισκοπική εξουσία στην ύπαιθρο χώρα εξ ονόματος και εν ονόματι τού επισκόπου τής πόλης αρχ. τοποτηρητής επισκόπου. [ΕΤΥΜΟΛ. < χώρα + επίσκοπος] … Dictionary of Greek
χωρεπισκόποις — χωρεπίσκοπος country bishop masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπισκόπου — χωρεπίσκοπος country bishop masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπισκόπους — χωρεπίσκοπος country bishop masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπισκόπων — χωρεπίσκοπος country bishop masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπισκόπῳ — χωρεπίσκοπος country bishop masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπίσκοπον — χωρεπίσκοπος country bishop masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Chorbishop — Part of a series on Eastern Christianity … Wikipedia
Bagrat III De Géorgie — Bagrat III Roi de Géorgie … Wikipédia en Français